Ο έρωτας βρίσκεται στο επίκεντρο της τέχνης από καταβολής κόσμου. Άλλοτε θεωρείται ευλογία, άλλοτε κατάρα — ανάλογα με την έκβασή του — πάντα, όμως, το κύριο «Θέμα». Τα χαρακτηριστικά της ερωτικής συνάφειας, ιδίως ως προς το αμφίδρομο στοιχείο της, σκιαγραφούν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που αυτή θα ιδωθεί. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο έρωτας κρίνεται εφάμιλλος της ασθένειας, ιδίως στις περιπτώσεις που το υποκείμενο της ερωτικής επιθυμίας προσκρούει με δύναμη πάνω σε τοίχο, είτε γιατί το αίσθημα βιώνεται ως μονόπλευρο, είτε γιατί οι δεδομένες συνθήκες δεν επιτρέπουν το ξεπέταγμα του βλαστού του ερωτικού μίσχου. Στην αναζήτηση προσεγγίσεων του έρωτα ως ασθένεια, μπορεί κανείς να συναντήσει τη βαθιά ενδιαφέρουσα ανάλυση του Roland Barthes (την οποία ομολογώ ότι αγνοούσα) στο έργο του “ Fragments d’un discours amoureux ”: «Η ερωτική καταστροφή μπορεί να πλησιάζει αυτό που έχει ονομαστεί, στο πεδίο της ψύχωσης, μια ακραία κατάσταση, “μια κατάσταση που βιώνεται από το υποκείμενο ως αμετ...
Ο ρεαλισμός στις παραστατικές τέχνες, η ανάγκη να αποτυπώσεις τις συμπεριφορές των ανθρώπων και τις μεταξύ τους σχέσεις με μια ωμότητα, σχεδόν σαν να τους παρατηρείς μέσα από την κλειδαρότρυπα ή ως ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, είναι στοιχείο που συναντά κανείς εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, στο ελληνικό θέατρο θεωρώ ότι αυτό γίνεται πιο αισθητό μεταπολιτευτικά, με τη φιγούρα του «νεοέλληνα» να τοποθετείται στον πυρήνα της σύγχρονης αφήγησης. Αναρωτιέμαι αν το σημείο εκκίνησης αυτής της τάσης εντοπίζεται στην ανάγκη των δημιουργών - και του κοινού - να ταυτιστούν με πραγματικούς χαρακτήρες και αναγνωρίσιμα πρόσωπα ή αν, πλέον, η επικοινωνία με ονειρικά ή συμβολικά αρχέτυπα, με πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, καθίσταται ολοένα και πιο επίπονη δραματουργικά ή ακόμη και αδύνατη προσληπτικά. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν αναφέρομαι στο ρεαλιστικό θέατρο του Τσέχοφ και του Ίψεν. Υπό αυτή την έννοια, η χρήση του όρου «ρεαλιστικό» μπορεί να είναι έως και παρελκυστική, αν και υπάρχει μεγάλη συζήτη...